Του Σωκράτη Βαρδάκη
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μοναδική στο είδος της, παρόλο που το 2019 παρέλαβε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και γεμάτα ταμεία, καταφέρνει σε ένα χρόνο να οδηγήσει τη χώρα ξανά σε χρεοκοπία.
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους, αποκαλύπτοντας με νούμερα το μέγεθος των επιπτώσεων της πολιτικής της νεοφιλελεύθερης Κυβέρνησης. Τα υπέρογκα έξοδα της πολιτικής Μητσοτάκη εν είδει απευθείας αναθέσεων και “δώρων” σε ημέτερους και τα περιορισμένα έσοδα του κράτους, συνθέτουν ένα κάκιστο αποτέλεσμα για την οικονομία της Ελλάδας, με το έλλειμμα να αγγίζει τα 10,9 δις ευρώ το τελευταίο επτάμηνο.
Η δημοσιονομική σταθερότητα που επικρατούσε το πρώτο εξάμηνο του 2019 “χτυπήθηκε” αδυσώπητα από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη, μέσα από άδικες και άνισες πρακτικές, αλλά και πολιτικές που στοχεύουν στην εξαθλίωση και κατ επέκταση χειραγώγηση της κοινωνίας.
Η Κυβέρνηση εξαπέλυσε επίθεση σε κοινωνικά δικαιώματα και ατομικές ελευθερίες, νομοθετώντας με αντεργατικό και αντιλαϊκό πρόσημο, αλλά και με μια αναπτυξιακή στρατηγική που απορρέει από οικονομικά συμφέροντα και βίαιη αναδιανομή του πλούτου προς τα πάνω, χωρίς ίχνος κοινωνικής δικαιοσύνης.
Η κατάσταση καταγραφόταν ζοφερή πριν ακόμα ξεσπάσει η υγειονομική κρίση, η οποία σαφώς επηρέασε την οικονομία. Αδιαμφισβήτητα όμως η πολιτική Μητσοτάκη είναι αυτή που την καταποντίζει μέρα με τη μέρα.
Η πανδημία που ακολούθησε απέδειξε με τον χειρότερο τρόπο την ανικανότητα της Κυβέρνησης να διαχειριστεί την υγειονομική κρίση και να προστατεύσει τους πολίτες της χώρας.
Ο τουρισμός, η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, δέχθηκε ανηλεή χτυπήματα, με την Κυβέρνηση να αδιαφορεί απροκάλυπτα για εργαζόμενους και επιχειρήσεις.
Τα μέτρα που ελήφθησαν, σε καμία περίπτωση δεν συνέβαλαν στην διαχείριση της πανδημίας, αντιθέτως, οδήγησαν σε κατάρρευση της αγοράς, παρατεταμένη αύξηση της ανεργίας, μείωση μισθών και προσλήψεων, ελαστικές μορφές εργασίας.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα δεν διεκδίκησε τα μέγιστα δυνατά οφέλη για τη χώρα μας από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SURE, δυνατότητας άντλησης έως 100 δις ευρώ για όλα τα μέλη κράτη, από το οποίο και θα λάβει τελικά μόλις 2,7 δις ευρώ και αυτά με μόχλευση, τη στιγμή που μικρότερες σε πληθυσμό χώρες, αλλά και λιγότερα προβλήματα θα ενισχυθούν με πολλαπλάσια ποσά. Για παράδειγμα η Πορτογαλία με 5,7% ανεργία θα λάβει σχεδόν 6 δις. Το ποσό αυτό θα καλύψει την μέχρι σήμερα εφαρμογή του αποτυχημένου προγράμματος ΣΥΝ-Εργασία, που έφτασε το ποσό των 1,6 από τα 2,7 δις ευρώ.
Τα μέχρι στιγμής δεδομένα προδιαγράφουν ένα δυσοίωνο παρόν και ένα ακόμα ζοφερότερο μέλλον.
Ο τομέας της κοινωνικής ασφάλισης εμφανίζεται με μειωμένο πλεόνασμα, αφού τα έσοδα παρουσιάζουν δραματική μείωση, σε αντίθεση με τις δαπάνες που βαίνουν αυξανόμενες. Ήδη η ένταξη του επικουρικού ταμείου μας ανησυχεί ως προς την αξιοποίηση του αποθεματικού του για την κάλυψη του “χρηματοδοτικού κενού”. Ειδικότερα, για το πρώτο τρίμηνο του 2020 εμφανίζει μειωμένο πλεόνασμα κατά 74 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, καθώς τα έσοδα είναι μειωμένα κατά 46 εκατ. ευρώ και οι δαπάνες αυξημένες κατά 28 εκατ. ευρώ.
Μέσα σε όλα αυτά και παρά τις βαρύγδουπες δηλώσεις της Νέας Δημοκρατίας για την αποκατάσταση του δήθεν «μπάχαλου» που παρέλαβε από την απελθούσα Κυβέρνηση, αναφορικά με τις εκκρεμείς συντάξεις, τα στοιχεία, τους διαψεύδουν και οι προβλέψεις για την πορεία της κοινωνικής ασφάλισης στην χώρα μας, είναι δυστυχώς απογοητευτικές.
Οι εκκρεμείς συντάξεις, σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, δείχνουν ότι κύριες και επικουρικές, ήδη από τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, έχουν ξεπεράσει τις 300.000. Συμπερασματικά, οι ασφαλισμένοι ταλαιπωρούνται από την καθυστέρηση απονομής των συντάξεων και βρίσκονται πλέον σε αδιέξοδο.
Ακόμα και τα έσοδα από φόρους εμφανίζονται μειωμένα κατά 3,6 δισ. ευρώ έναντι του στόχου, γεγονός που αποδεικνύει τα τεράστια προβλήματα των νοικοκυριών.
Έρχεται και το σχέδιο Πισσαρίδη που θα αποτελέσει άλλο ένα μνημόνιο της Ν.Δ. για την αξιοποίηση των κονδυλίων από το ευρωπαϊκό ταμείο ανάκαμψης.
Στόχος του σχεδίου είναι η ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος (2ος πυλώνας).
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το σχέδιο Πισσαρίδη δεν προβλέπει μέτρα στήριξης της ραχοκοκαλιάς της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, που σήμερα βάλλεται από παντού, παρά τις προεκλογικές υποσχέσεις του Πρωθυπουργού.
Η ανικανότητα της Κυβέρνησης να ανταποκριθεί στην ορθή διαχείριση των οικονομικών και όχι μόνο θεμάτων, συνεπάγεται μόνιμη υποβάθμιση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας και αδυναμία διατήρησης της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας.
Η βίαιη φτωχοποίηση των πολιτών δυστυχώς είναι προ των πυλών και η επιστροφή στη μνημονιακή εποχή 2010-2014 φαίνεται να είναι το αναπόφευκτο επακόλουθο της πολιτικής αναλγησίας της Κυβέρνησης.